Βαλεντίνος
ο μακάριος εγεννήθη επί βασιλείας
Κοντοκάβαλλου εις την βασιλίδα των
πόλεων, την Ρώμην.
Η μήτηρ του ειργάζετο εις τας παρόδους νύκτωρ, ο δε θεωρούμενος ως πατήρ του, πορνοβοσκός υπήρχεν παρά τω Ιουδαϊκώ σφαιριστηρίω της πόλεως. Όθεν και μαχαίρα ετελεύτησεν εν φιλονικία τινί περί μιας εκ των πορνών άτινας έβοσκεν.
Διάγων
τας νύκτας μόνος, ο νεαρός Βαλεντίνος
προσηύχετο ακαταπαύστως εις τον Πανάγαθον
ίνα φίλην τινά αποκτήσει. Και ο Θεός του
επρόσφερεν αυτήν, μιαν δεαοκταετή
καλλονήν από των Πατρικίων, Προγουλάτορος
θυγατέρα.
Μαθών
δε ο πατρίκιος Προγουλάτωρ την φιλίαν
των νέων ούτων εφουρκίσθη και εφόνευσε
την κόρην ως παλιοπουτάναν ενώ τον
Βαλεντίνον προέπεμψεν έμπροσθεν του
ηγεμόνος Κοντοκάβαλλου καταγγέλλων
αυτόν ως Χριστιανόν.
Ο
δυσεβής Κοντοκάβαλλος εκάλεσεν τον
Βαλεντίνον όπως θυσιάσει εις τα είδωλα
αλλ' ούτος ιταμώς απήντησεν:
“Τον
Θεόν μου εγώ, τον την κόρην την φιλτάτην
μοι δώσαντα, δεν αρνούμαι, τύραννε!”
Διέταξεν
τότε ο Κοντοκάβαλλος τους δημίους του
να θερμάνουν σοκολάταν εν τρυβλίω, και
ως αύτη ήτο θερμή, ενέχυσεν το φρικτόν
τούτον αφέψημα εις τα γεννητικά όργανα
του μάρτυρος, ος και πάραυτα απέψυξεν,
δοξάζων τον Θεόν.
Τέλος και τω Θεώ δόξα.
Βαλεντίνον τον άγουρον υμνήσωμεν, της ακρατείας το αγλάισμα, του έρωτος τον προστάτην, τον ευκλεώς εορτάζοντα και πάντας ελεούντα, απηνώς δυσωπώμεν, τρισμάκαρε, των κορών μειδιάματα γέννησον και τοις ερωμένοις ελπίδα, πάγκαλε.
Σημείωση: Προφανώς το κείμενο είναι χιουμοριστικό...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου