Το
απόσπασμα αυτό από την εισαγωγή του
Θουκυδίδη στην ιστορία του, όχι μόνο με
βρίσκει απόλυτα σύμφωνο, αλλά αποτελεί
και κόλαφο στα παραληρήματα των
“ελληνοκεντριστών” και “επανελληνιστών”.
Μόνο
διαβάζοντας αυτόν τον εκπληκτικό
συγγραφέα μπορούμε να καταλάβουμε σε
ποιο βαθμό διάφοροι αυτοαποκαλούμενοι
πατριώτες και ...θαυμαστές του,
διαστρεβλώνουν την αλήθεια...
Φυσικά,
ο συγγραφέας αρχίζει την αφήγησή του
από τους λεγόμενους 'σκοτεινούς χρόνους',
γύρω στα 1100 πΧ, όταν κατέρρεε ο Μυκηναϊκός
πολιτισμός, που οποίου μόνο το όνομα
γνώριζε ο ιστορικός, όπως και όλοι οι
Έλληνες τότε.
Η
αφήγησή του μας δίνει μια ζωντανή εικόνα
του χάους που επικράτησε σε αυτές τις
εποχές κρίσης, και του αγώνα που έδωσαν
οι Έλληνες για να ξεφύγουν από την
βαρβαρότητα εκείνης της περιόδου, που,
νομίζω, ακόμα σημαδεύει την χώρα. Η
υπογράμμιση των σημαντικών αποσπασμάτων
είναι δική μου.
Δημήτρης
Σκουρτέλης
Η
ακόλουθη μετάφραση είναι του Ελευθέριου
Βενιζέλου, και προέρχεται από την
Βικιπαίδεια.
(εδώ)
Η ακόλουθη μετάφραση είναι του Ελευθέριου Βενιζέλου, και προέρχεται από την Βικιπαίδεια.
(εδώ)
Προοίμιον
1.
Θουκυδίδης, ὁ Ἀθηναῖος, ἔγραψε τὴν
ἱστορίαν τοῦ πολέμου μεταξὺ τῶν
Πελοποννησίων καὶ τῶν Ἀθηναίων. Τὴν
συγγραφὴν αὐτοῦ ἤρχισεν εὐθὺς ἐξ
ἀρχῆς τῆς ἐκρήξεώς του, διότι προεῖδεν
ὅτι θ' ἀπέβαινε μεγάλος καὶ περισσότερον
ἀξιομνημόνευτος ἀπὸ κάθε προηγούμενον
πόλεμον, καὶ ἐσυμπέραινε τοῦτο ἀπὸ
τὸ γεγονὸς ὅτι ἀμφότερα τὰ Κράτη
κατήρχοντο εἰς αὐτόν, ἐνῶ εὐρίσκοντο
εἰς τὴν ἀκμὴν τῆς παντὸς εἴδους
στρατιωτικῆς δυνάμεως τῶν, καὶ ὅτι
ἔβλεπε τοὺς λοιποὺς Ἕλληνας εἴτε
τασσόμενους ἀμέσως, εἴτε διανοουμένους
τουλάχιστον νὰ ταχθοῦν πρὸς τὸ ἐν ἢ
τὸ ἄλλο μέρος. Ἡ κίνησις αὐτὴ ἐτάραξε
τωόντι βαθύτατα τὴν Ἑλλάδα, καὶ μέρος
ὑπὸ τοὺς βαρβάρους καὶ σχεδὸν τὸν
κόσμον ὅλον.
Τὰ
προγενέστερα γεγονότα καὶ τὰ ἔτι
παλαιότερα δὲν δύνανται νὰ ἐξακριβωθοῦν
σαφῶς, ἕνεκα τῆς παρόδου πολλοῦ χρόνου.
Ἀλλὰ ἀπὸ τεκμήρια, τὰ ὁποῖα, ὠθῶν τὴν
ἔρευνάν μου μέχρι τοῦ ἀπωτάτου
παρελθόντος, κρίνω ἀξιόπιστα, ἄγομαι
νὰ πιστεύσω ὅτι δὲν ὑπῆρξαν μεγάλα,
οὔτε ὑπὸ πολεμικήν, οὔτε ὑπὸ ἄλλην
ἔποψιν.
2. Αι μεταναστεύσεις
Διότι
εἶναι προφανὲς ὅτι ἡ χώρα ποὺ
καλεῖται σήμερον Ἑλλὰς δὲν ἦτο
μονίμως κατοικημένη ἐξ ἀρχῆς, ἀλλ'
ἐγίνοντο εἰς τὸ παρελθὸν συχναὶ
μεταναστεύσεις καὶ οἱ κάτοικοι χωρὶς
πολλᾶς δυσκολίας ἐγκατέλειπαν τὰς
ἑστίας τῶν, ἐξαναγκαζόμενοι εἰς τοῦτο
ἀπὸ νέους πολυαριθμοτέρους ἑκάστοτε
ἐποίκους.
Καθόσον
οὔτε τὸ ἐμπόριον, ὅπως σήμερον
διεξάγεται, ὑπῆρχε τότε, οὔτε ἀσφαλὴς
διὰ ξηρᾶς ἢ διὰ θαλάσσης συγκοινωνία,
καὶ καθένας ἐξεμεταλλεύετο τὸ ἔδαφος,
τὸ ὁποῖον εἶχε ὑπὸ τὴν κατοχήν του,
τόσον μόνον ὅσον ἤρκει διὰ τὴν
συντήρησίν του. Οὔτε πλοῦτον ἔσωρευαν,
οὔτε τὴν γῆν ἐφύτευαν, τόσον μᾶλλον
καθόσον αἳ ἐγκαταστάσεις τῶν δὲν ἤσαν
ὠχυρωμέναι καὶ ὡς ἐκ τούτου ἐφοβοῦντο
μήπως ἀπὸ στιγμῆς εἰς στιγμὴν ἄλλοι
ἐπιδρομεῖς ἐπέλθουν καὶ τοὺς ἀφαιρέσουν
κάθε τί ποὺ ἔχουν. Ἐπειδή, ἐξ ἄλλου,
ἐπίστευαν ὅτι ὁπουδήποτε ἠμποροῦν
νὰ ἐξασφαλίσουν τὴν ἀναγκαίαν
καθημερινὴν τροφήν, ἐμετανάστευαν ὄχι
ἀπροθύμως καὶ δὶ' αὐτὸ δὲν ἤσαν
ἰσχυροὶ οὔτε κατὰ τὸ μέγεθος τῶν
πόλεων, οὔτε κατὰ τὴν πολεμικὴν γενικῶς
παρασκευήν.
Ἀλλὰ
τὰ εὐφορώτερα πρὸ πάντων διαμερίσματα
ὑπέκειντο εἰς διηνεκεῖς μεταβολᾶς
τῶν κατοίκων - ὅπως, λόγου χάριν, αἳ
ἐπαρχίαι, αἳ ὁποῖαι σήμερον ὀνομάζονται
Θεσσαλία καὶ Βοιωτία, καὶ τὸ μεγαλύτερον
μέρος τῆς Πελοποννήσου, ἐκτός της
Ἀρκαδίας, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλην Ἑλλάδα
τὰ καλύτερα μέρη. Διότι ἡ εὐφορία τῆς
γὴς ἔφερεν αὔξησιν τῆς δυνάμεως
ὠρισμένων προσώπων, ἡ ὁποία ἐπροκάλει
ἐμφυλίους σπαραγμούς, ἀπὸ τοὺς ὁποίους
τὰ διαμερίσματα αὐτὰ ἐφθείροντο τόσον
μᾶλλον, καθόσον ἤσαν περισσότερον
ἐκτεθειμένα εἰς ἐξωτερικᾶς ἐπιδρομάς.
Ἡ
Ἀττική, ἐν πάση περιπτώσει, λόγω του
ὅτι τὸ ἔδαφός της εἶναι ἰσχνὸν καὶ
πτωχόν, ὑπῆρξεν ἀνέκαθεν ἀπηλλαγμένη
ἀπὸ στάσεις καὶ διὰ τὸν λόγον αὐτὸν
διετήρησε πάντοτε τοὺς ἰδίους κατοίκους.
Καὶ ἔχομεν ἐδῶ ἀπόδειξιν τοῦ ἰσχυρισμοῦ
μου ὅτι, λόγω τῆς μεταναστεύσεως, τὰ
ἄλλα μέρη τῆς Ἑλλάδος δὲν ηὐξήθησαν
εἰς πληθυσμὸν ὅπως ἡ Ἀττική. Διότι
οἱ δυνατώτεροι ἀπὸ ἐκείνους, ὅσοι,
ἕνεκα ἐξωτερικῶν πολέμων ἢ ἐσωτερικῶν
στάσεων ἐξεδιώκοντο ἀπὸ τὴν ἄλλην
Ἑλλάδα, κατέφευγαν εἰς τὰς Ἀθήνας ὡς
εἰς τόπον ἀσφαλῆ, καί, πολιτογραφούμενοι,
κατέστησαν τὴν πόλιν, εὐθὺς ἀπὸ τοὺς
παλαιότατους χρόνους, ἀκόμη πλέον
πολυάνθρωπον, εἰς τρόπον ὥστε ἐπειδὴ
ἡ Ἀττικὴ ἀπέβη ἀνεπαρκὴς διὰ τὸν
πληθυσμὸν τῆς πόλεως οἱ Ἀθηναῖοι
ἀπέστειλαν ἀποικίας εἰς τὴν Ἰωνίαν.
Την
ἀδυναμίαν, ἄλλωστε, τῶν παλαιῶν καιρῶν
μου φαίνεται ὅτι ἀποδεικνύει καὶ τὸ
γεγονὸς πρὸ πάντων ὅτι πρὶν ἀπὸ τὰ
Τρωικὰ τίποτε δὲν ἐπεχείρησεν ἀπὸ
κοινοῦ ἡ Ἑλλάς. Νομίζω μάλιστα ὅτι
τὸ ὄνομα αὐτὸ οὔτε εἶχε δοθῆ ἀκόμη
εἰς ὅλην τὴν χώραν, οὔτε καν ὑπῆρχε
πρὸ τοῦ Ἕλληνος, υἱοῦ τοῦ Δευκαλίωνος,
ἀλλὰ τὰ διάφορα φύλα, καὶ εἰς μεγαλυτέραν
ἔκτασιν τὸ Πελασγικόν, ἔδιδαν τὸ ὄνομα
τῶν εἰς τὰ ὑπ' αὐτῶν κατοικούμενα
διαμερίσματα. Ἀλλ' ἀπὸ τὴν ἐποχὴν
ποὺ ὁ Ἕλλην καὶ οἱ υἱοὶ τοῦ ἀπέβησαν
ἰσχυροὶ εἰς τὴν Φθιώτιδα, καὶ τὴν
βοήθειαν τῶν ἐπεκαλοῦντο οἱ κάτοικοι
τῶν ἄλλων πόλεων, τὰ διάφορα φύλα,
συνεπεία τῆς ἐπικοινωνίας αὐτῆς,
ὠνομάζοντο ἤδη ἐπὶ μᾶλλον καὶ μᾶλλον
Ἕλληνες, μολονότι πολὺς ἐπέρασε
καιρὸς πρὶν τὸ ὄνομα τοῦτο ἠμπορέση
νὰ ἐπικράτηση γενικῶς.
Τὴν
καλυτέραν ἀπόδειξιν παρέχει ὁ Ὅμηρος.
Διότι, μολονότι ἔζησε πολὺ ὕστερον
καὶ ἀπὸ τὰ Τρωικά, πουθενὰ δὲν
ὠνόμασε μὲ τὸ ὄνομα αὐτὸ ὅλους, οὔτε
ἄλλους ἐκτὸς ἐκείνων ποὺ ἠκολούθησαν
τὸν Ἀχιλλέα ἀπὸ τὴν Φθιώτιδα, οἱ
ὁποῖοι ἤσαν καὶ οἱ πρῶτοι Ἕλληνες,
ἀλλ' ἀποκαλεῖ αὐτοὺς εἰς τὰ ποιήματά
του γενικῶς Δαναοὺς καὶ Ἀργείους καὶ
Ἀχαιούς.
Οὔτε
βαρβάρους, ἄλλωστε, μνημονεύει διὰ τὸν
λόγον, ὡς νομίζω, ὅτι οὔτε οἱ Ἕλληνες
εἶχαν ἀκόμη διακριθῆ διὰ κοινοῦ
ἀντιθέτου ὀνόματος. Ὁπωσδήποτε τὰ
διάφορα ἑλληνικὰ φύλα, ἐπὶ τῶν ὁποίων
τὸ ὄνομα τῶν Ἑλλήνων, λόγω κοινότητος
τῆς γλώσσης, ἐξηπλώνετο διαδοχικῶς
ἀπὸ μίαν περιφέρειαν εἰς ἄλλην, ἕως
ὅτου ἐπεξετάθη ἀκολούθως ἐπὶ τοῦ
συνόλου τῶν, δὲν ἔκαμαν καμμίαν
κοινὴν ἐπιχείρησιν πρὶν ἀπὸ τὰ
Τρωικά, ἕνεκα ἀδυναμίας καὶ ἐλλείψεως
ἀμοιβαίας ἐπικοινωνίας. Ἄλλωστε,
καὶ τὴν ἐκστρατείαν ἀκόμη κατὰ τῆς
Τροίας τότε μόνον ἐπεχείρησαν ἀπὸ
κοινοῦ, ὅταν εἶχαν ἤδη ἀποκτήσει
ἀξιόλογον ἐμπειρίαν τῆς θαλάσσης
4. Ὁ
Μίνως καὶ ἡ πειρατεία
Ὁ
Μίνως, ἐξ ὅσων κατὰ παράδοσιν γνωρίζομεν,
πρῶτος ἀπέκτησε πολεμικὸν ναυτικόν,
καὶ ἐκυριάρχησεν ἐπὶ τοῦ μεγαλυτέρου
μέρους τῆς θαλάσσης, ἡ ὁποία ὀνομάζεται
σήμερον Ἑλληνική. Κατακτήσας τὰς
Κυκλάδας νήσους, ἴδρυσεν ἀποικίας εἰς
τὰς περισσοτέρας ἀπὸ αὐτᾶς, ἀφοῦ
ἐξεδίωξε τοὺς Κάρας καὶ ἐγκατέστησε
τοὺς υἱούς του ὡς κυβερνήτας. Ὡς ἐκ
τούτου καὶ τὴν πειρατείαν φυσικὰ
κατεδίωκεν ὅσον ἠμποροῦσεν ἀπὸ τὴν
θάλασσαν αὐτήν, διὰ νὰ περιέρχωνται
εἰς αὐτὸν ἀσφαλέστερον τὰ εἰσοδήματα
τῶν νήσων.
5.
Διότι
εἰς τὴν παλαιὰν ἐποχὴν οἱ Ἕλληνες,
καὶ ὅσοι ἀπὸ τοὺς βαρβάρους ἑκατοικοῦσαν
εἴτε τὰ ἠπειρωτικὰ παράλια, εἴτε
νήσους, ὅταν ἤρχισαν νὰ ἐπικοινωνοῦν
μεταξὺ τῶν συχνότερον διὰ θαλάσσης,
ἐπεδόθησαν εἰς τὴν πειρατείαν ὑπὸ
τὴν ἀρχηγίαν ἀνδρῶν ἐκ τῶν δυνατωτάτων,
οἱ ὁποῖοι ὠθοῦντοεἰς τοῦτο καὶ ἀπὸ
τὸν πόθον τοῦ προσωπικοῦ κέρδους καὶ
ἀπὸ τὴν ἀνάγκην ὅπως ἐπαρκοῦν εἰς
τὴν συντήρησιν τῶν ἀπορωτέρων ὀπαδῶν
τῶν. Καὶ ἐπιτιθέμενοι κατὰ πόλεων
ἀτειχίστων καὶ ἀποτελουμένων ἀπὸ
ἄθροισμα κωμῶν, τὰς διήρπαζαν καὶ
ἐντεῦθεν ἐπορίζοντο κυρίως τὰ πρὸς
τὸ ζῆν, διότι τὸ ἔργον τοῦτο δὲν
ἔφερεν ἐντροπήν, ἀλλ' ἐπέσυρε τουναντίον
καὶ κάποιαν δόξαν.
Τὸν
ἰσχυρισμόν μου τοῦτον ἀποδεικνύει
ὄχι μόνον ἡ μέχρι σήμερον συνεχιζομένη
δράσις τῶν κατοίκων τῆς Στερεᾶς, οἱ
ὁποῖοι σεμνύνονται διὰ τὰ πειρατικὰ
τῶν κατορθώματα, ἀλλὰ καὶ
οἱ παλαιοὶ ποιηταί, εἰς τοὺς στίχους
τῶν ὁποίων ἀπευθύνεται πάντοτε
στερεότυπος πρὸς τοὺς καταπλέοντας ἡ
ἐρώτησις ἐὰν εἶναι πειραταί, καθόσον
οὔτε οἱ ἐρωτώμενοι ἐθεώρουν τὸ ἔργον
τοῦτο ἀνάξιον διὰ τοὺς ἑαυτοὺς τῶν,
οὔτε οἱ τυχὸν ἀπευθύνοντες τὴν
ἐρώτησιν αὐτὴν ὑβριστικήν.
Καὶ
ἐπὶ τῆς Στερεᾶς, ἄλλωστε, ἐλήστευαν
οἱ μὲν τοὺς δέ. Καὶ μέχρι σήμερον
διατηρεῖται ἡ συνήθεια αὐτὴ τῆς κατὰ
κώμας οἰκήσεως καὶ τῆς διαρπαγῆς εἰς
πολλὰ μέρη τῆς Ἑλλάδος, ὅπως εἰς τὴν
χώραν τῶν Ὀζολῶν Λοκρῶν, τὴν Αἰτωλίαν,
τὴν Ἀκαρνανίαν καὶ τὰς παρακειμένας
λοιπᾶς ἠπειρωτικᾶς περιφερείας. Καὶ
ἡ συνήθεια πρὸς τούτοις τῆς ὁπλοφορίας
ἔχει διατηρηθῆ μεταξὺ τῶν πληθυσμῶν
αὐτῶν ἀπὸ τὴν ἐποχὴν τῆς παλαιᾶς
ληστείας.
6.
Διότι
ὅλοι οἱ Ἕλληνες ὠπλοφόρουν λόγω του
ὅτι αἳ κατὰ κώμας διεσπαρμένοι
ἐγκαταστάσεις τῶν ἤσαν ἀνοχύρωτοι
καὶ αἳ πρὸς ἀλλήλους συγκοινωνίαι
ἐπισφαλεῖς καὶ οὕτως ἐσυνήθισαν νὰ
διαιτῶνται, φέροντες ὄπλα ὅπως οἱ
βάρβαροι.
Τὸ γεγονὸς ἄλλωστε, ὅτι εἰς τὰ
διαμερίσματα αὐτὰ τῆςἙλλάδος
διατηρεῖται ἀκόμη ὁ τρόπος αὐτὸς τῆς
διαίτης, εἶναι τεκμήριον ὅτι ἡσυνήθεια
αὐτὴ ἐπεκράτει ἄλλοτε γενικῶς.
Οἱ
Ἀθηναῖοι, ἐξ ἄλλου, ὑπῆρξαν μεταξὺτῶν
πρώτων, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ παρήτησαν τὴν
ὁπλοφορίαν, ἠκολούθησαν δίαιταν μᾶλλον
ἀβίαστον καὶ ἐτράπησαν εἰς τὴν
τρυφηλότητα. Καὶ ἀπὸ τοὺς πλέον
ἡλικιωμένους μεταξὺ τῶν, οἱ πλούσιοι,
ἕνεκα τοῦ ἀβροδιαίτου αὐτῶν, μόλις
ἐσχάτως ἔπαυσαν νὰ φοροῦν λινοὺς
χιτώνας καὶ νὰ συμπλέκουν ἐπὶ τῆς
κεφαλῆς τὴν κόμην τῶν εἰς κρώβυλον
διὰ χρυσῆς πόρπης, ἐχούσης τὸ σχῆμα
τέττιγος. Ὡς ἐκ τούτου, ἄλλωστε, καὶ
ὁ ἱματισμὸς αὐτὸς ἐπεκράτησεν ἐπὶ
πολὺ μεταξὺ τῶν πλέον ἡλικιωμένων
Ἰώνων, λόγω τῆς φυλετικῆς πρὸς τοὺς
Ἀθηναίους συγγενείας.
Ἐξ
ἄλλου, οἱ Λακεδαιμόνιοι πρῶτοι
μετεχειρίσθησαν τὴν ἁπλουστέραν
ἐνδυμασίαν, ἡ ὁποία σήμερον συνηθίζεται,
καὶ συγχρόνως ἡ δίαιτα τῶν εὐπορωτέρων
ἀφωμοιώθη γενικῶς, ὅσον ἦτο δυνατόν,
πρὸς τὴν τοῦ κοινοῦ λαοῦ. Πρῶτοι
ὠσαύτως κατὰ τοὺς ἀθλητικοὺς ἀγώνας,
ἀποβάλλοντες τὰ ἐνδύματατῶν,
παρουσιάζοντο γυμνοὶ καὶ ἠλείφοντο
μὲ ἔλαιον. Ἀλλὰ παλαιότερον, ἀκόμη
καὶ εἰς τοὺς Ὀλυμπιακοὺς ἀγώνας, οἱ
ἀθληταί, ὅταν ἠγωνίζοντο, ἔφεραν
διαζώματα περὶ τὰ αἰδοῖα, καὶ ἡ
συνήθεια αὐτὴ διετηρεῖτο μέχρι πρὸ
ὀλίγων ἐτῶν καὶ διατηρεῖται, ἀκόμη
καὶ σήμερον εἰς μερικοὺς βαρβάρους
καὶ ἰδίως Ἀσιάτας, ὅπου οἱ ἀγωνιζόμενοι
διὰ τὰ ἔπαθλα πυγμῆς καὶ πάλης φέρουν
διαζώματα.
Ἀλλὰ
θὰ ἠμποροῦσε κανεὶς ν' ἀποδείξη ὅτι
καὶ πολλᾶς ἄλλας συνήθειας εἶχαν οἱ
παλαιοὶ Ἕλληνες, ὁμοίας μὲ τὰς
συνηθείας τῶν σημερινῶν βαρβάρων.
7.
Ἀπὸ τὰς πόλεις, ἐξ ἄλλου, ὄσαι
συνωκίσθησαν εἰς μεταγενεστέρους
χρόνους, ὅταν ἡ ναυσιπλοΐα εἶχεν ἤδη
γίνει ἀσφαλεστέρα καὶ συνεπῶς εἶχαν
ἀφθονίαν πλούτου, ἐκτίζοντο ἐπάνω εἰς
τὰ παράλια καὶ οἱ ἰσθμοὶ κατελαμβάνοντο
καὶ ἀπεχωρίζοντο μὲ τεῖχος ἀπὸ τὸ
ἐπίλοιπον ἔδαφος, χάριν τοῦ ἐμπορίου
καὶ τῆς ἀμύνης ἑκάστης πόλεως ἐναντίον
τῶν γειτόνων της. Ἀλλ' αἳ παλαιαὶ
πόλεις, ἕνεκα τῆς πειρατείας, ἡ ὁποία
ἐπὶ πολὺν χρόνον ἐπεκράτησε, συνωκίσθησαν
εἰς μεγαλυτέραν ἀπὸ τὴν θάλασσαν
ἀπόστασιν, ὅπου καὶ διατηροῦνται
μέχρι σήμερον. Διότι οἱ πειραταὶ δὲν
ἐλήστευαν μόνον οἱ μὲν τοὺς δέ, ἀλλὰ
καὶ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι, χωρὶς νὰ
εἶναι ναυτικοί, κατώκουν τὰ παράλια.
8.
Ἀλλ'
ἀκόμη περισσότερον ἐπεδίδοντο εἰς
τὴν πειρατείαν οἱ νησιῶται Κάρες καὶ
Φοίνικες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν κατοικήσει
τὰς περισσοτέρας ἀπὸ τὰς νήσους, ὅπως
τεκμαίρεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι, ὅταν
οἱ Ἀθηναῖοι, διαρκοῦντος τοῦ
πολέμου,προέβησαν εἰς τὸν καθαρμὸν
τῆς Δήλου, ἐσήκωσαν ὅλους τους νεκροὺς
καὶ τὰ φέρετρα ὅσων εἶχαν ἀποθάνει
εἰς τὴν νῆσον, περισσότεροι ἀπὸ τοὺς
μισοὺς θαμμένους εὑρέθησαν ὅτι ἤσαν
Κάρες καὶ
ἀνεγνωρίσθησαν ὡς τοιοῦτοι καὶ ἀπὸτὸ
εἶδος τοῦ ὁπλισμοῦ, ὁ ὁποῖος εἶχε
συνταφὴ μὲ αὐτούς, καὶ ἀπὸ τὸν τρόπον
τῆς ταφῆς, ὁ ὁποῖος καὶ σήμερον
συνηθίζεται μεταξὺ τῶν.
Ἀλλ'
ἀφότου συνεκροτήθητὸ πολεμικὸν
ναυτικόν του Μίνωος, αἳ διὰ θαλάσσης
συγκοινωνίαι ἔγιναν ἀσφαλέστεροι, ἀφ'
ἑνὸς μὲν διότι οἱ κακοποιοὶ τῶν νήσων
αὐτῶν ἐξεδιώχθησαν ὑπ' αὐτοῦ, κατὰ
τὴν ἐποχὴν ἀκριβῶς ποὺ προέβη εἰς
ἐποικισμὸν τῶν περισσοτέρων, ἐξ ἀλλοῦ
δὲ διότι οἱ κάτοικοι τῶν παραλίων
ἤρχισαν ἤδη ν' ἀποκτοῦν μεγαλυτέρας
περιουσίας καὶ νὰ ἔχουν μονιμωτέραν
κατοικίαν, καὶ μερικοὶ μάλιστα, ὅπως
ἦτο φυσικὸν δὶ' ἀνθρώπους, τῶν ὁποίων
ηὔξανε καθημερινῶς ὁ πλοῦτος, καὶ μὲ
τείχη περιέβαλλαν τὰς πόλεις τῶν.
Διότι, ἕνεκατοῦ γενικοῦ πόθου τοῦ
κέρδους καὶ οἱ ἀσθενέστεροι ἠνείχοντο
τὴν ἐξάρτησιν ἀπὸ τοὺς ἰσχυροτέρους
καὶ οἱ δυνατώτεροι, διαθέτοντες πλοῦτον,
καθίστων ὑπηκόους τῶν τὰς ὑποδεεστέρας
πόλεις. Καὶ μόνον βραδύτερον, ὅταν
εἶχαν ἤδη ἔτι μᾶλλον προαχθῆ εἰς τὴν
κατάστασιν αὐτήν, ἐξεστράτευσαν κατὰ
τῆς Τροίας.
9. Ὁ
Τρωϊκὸς πόλεμος
Και
ὁ Ἀγαμέμνων, ὡς φρονῶ, κατώρθωσε νὰ
συγκεντρώση τὴν ναυτικὴν ἐκστρατείαν
ἐναντίον τῆς Τροίας, διὰ τὸν λόγον
ὅτι ὑπερεῖχε κατὰ τὴν δύναμιν ἀπὸ
τοὺς ἄλλους ἡγεμόνας, καὶ ὄχι τόσον
διότι οἱ μνηστῆρες τῆς Ἑλένης, τῶν
ὁποίων ὑπῆρξεν ἀρχιστράτηγος, εἶχαν
δεσμευθῆ μὲ τοὺς ὅρκους ποὺ τοὺς
ἐπέβαλεν ὁ Τυνδάρεως.
Καὶ
ὅσοι, ἄλλωστε, ἀπὸ τοὺς Πελοποννησίους
παρέλαβαν ἀπὸ τοὺς προγενεστέρους
τὰς ἀσφαλεστέρας παραδόσεις διηγοῦνται
ὅτι ὁ Πέλοψ ἀπέκτησεν ἀρχικῶς
δύναμιν λόγω τοῦ μεγάλου πλούτου, μὲ
τὸν ὁποῖον ἦλθεν ἀπὸ τὴν Ἀσίαν εἰς
χώραν, τῆς ὁποίας ὁ πληθυσμὸς ἦτο
πτωχός, καὶ διὰ τοῦτο κατώρθωσε,
μολονότι ξένος, νὰ δώση εἰς αὐτὴν τὸ
ὄνομά του, καὶ ὅτι ἀκόμη καλυτέρα
τύχη ἐπερίμενε τοὺς ἀπογόνους του
μετὰ τὸν θάνατον τοῦ ἐγγονοῦ τοῦ
Εὐρυσθέως, βασιλέως τῶν Μυκηνῶν, ὁ
ὁποῖος ἐφονεύθη ἀπὸ τοὺς Ἠρακλείδας
εἰς τὴν Ἀττικήν. Καθόσον, ὅταν οὗτος
ἐξεστράτευσεν ἐκεῖ, ἐνεπιστεύθη τὴν
ἀντιβασιλείαν τῶν Μυκηνῶν, λόγῳ
συγγενείας, εἰς τὸν ἀδελφόν της μητρὸς
τοῦ Ἀτρέα (ὁ ὁποῖος κατὰ τὴν ἐποχὴν
ἐκείνην ἦτο ἐξωρισμένος ἀπὸ τὸν
πατέρα τοῦ Πέλοπα διὰ τὸν φόνον τοῦ
Χρυσίππου). Καὶ ἐπειδὴ ὁ Εὐρυσθεὺς
δὲν ἐπέστρεψε πλέον, ὁ Ἀτρεύς, ὁ ὁποῖος
ἄλλωστε ἐθεωρεῖτο ἀνὴρ πλουσιώτατος
καὶ εἶχε κολακεύσει τὸ πλῆθος, ἀνέλαβε
τὴν βασιλείαν τῶν Μυκηνῶν καὶ γενικῶς
τῶνμερῶν, ἐπὶ τῶν ὁποίων ἐξετείνετο
ἡ ἀρχὴ τοῦ Εὐρυσθέως, συμφώνως ἄλλωστε
μὲ τὴν ἐπιθυμίαν αὐτῶν τῶν Μυκηναίων,
οἱ ὁποῖοι ἐπὶ πλέον ἐφοβοῦντο τοὺς
Ἠρακλείδας. Καὶ ἔτσι ὁ οἶκος τοῦ
Πέλοπος ἔγινεν ἰσχυρότερος ἀπὸ τὸν
οἶκον τοῦ Περσέως.
Τὰ
δύο αὐτὰ σκῆπτρα ἀφοῦ ἤνωσεν εἰς
χείρας τοῦ ὁ Ἀγαμέμνων, υἱὸς τοῦ
Ἀτρέως, καὶ ἔγινε συγχρόνως ἰσχυρότερος
ἀπὸ τοὺς ἄλλους κατὰ τὴν ναυτικὴν
δύναμιν, κατώρθωσεν, ὅπως ἐγὼ νομίζω,
νὰ συγκέντρωση τὴν ἐκστρατείαν, διότι
οἱ ἡγεμόνες τὸν ἠκολούθησαν, ὄχι κατὰ
χάριν, ἀλλ' ἀπὸ φόβον. Διότι εἰς τὴν
ἐκστρατείαν προσῆλθεν ἔχων ὁ ἴδιος
τὰ περισσότερα πλοῖα καὶ συγχρόνως
ἐφωδίασε μὲ τοιαῦτα τοὺς Ἀρκάδας,
ἐὰν ἡ περὶ τούτου μαρτυρία τοῦ Ὁμήρου
πρέπη νὰ ληφθῆ ὑπ' ὄψιν. Καὶ εἰς τοὺς
στίχους, ἄλλωστε, ὅπου ὁμιλεῖ περὶ
τῆς διαδοχῆς τοῦ σκήπτρου, ἀναφέρει
περὶ αὐτοῦ ὁ Ὅμηρος ὅτι ἐβασίλευσεν
εἰς πολλᾶς νήσους καὶ ὁλόκληρον τὸ
Ἄργος. Ἐν τούτοις, ἐὰν δὲν εἶχεν
ἀξιόλογον ναυτικὴν δύναμιν, δὲν θὰ
ἠμποροῦσε μὲ τὸν στρατὸν τῆς ξηρᾶς
νὰ βασιλεύη εἰς νήσους, ἐκτὸς τῶν
ἐγγύς της παραλίας κειμένων, αἳ ὁποῖαι
ὅμως δὲν ἠμποροῦσαν νὰ εἶναι πολλαί.
Καὶ ἀπὸ τὴν ἐστρατείαν ἄλλωστε αὐτὴν
πρέπει νὰ εἰκάζωμεν περὶ τῆς σημασίας
τῶν προγενεστέρων.
10.
Το
ότι αι Μυκήναι ήσαν μικραί, η κάθε άλλη
πόλις του τότε καιρού φαίνεται σήμερον
ασήμαντος,
δεν είναι αποχρών λόγος όπως αρνηθή
κανείς να πιστεύση ότι η κατά της Τροίας
εκστρατεία υπήρξεν όσον μεγάλη λέγεται
από τους ποιητάς και παριστάνεται από
την παράδοσιν. Διότι, εάν η πόλις των
Λακεδαιμονίων ήθελεν ερημωθή και δεν
απέμεναν παρά οι ναοί και τα θεμέλια
των άλλων οικοδομημάτων, οι μεταγενέστεροι,
μετά πάροδον πολλού χρόνου, νομίζω, δεν
θα επίστευαν ότι η δύναμίς της υπήρξεν
ανάλογος προς την φήμην της. Και, εν
τούτοις, οι Λακεδαιμόνιοι όχι μόνον
εξουσιάζουν αμέσως τα δύο πέμπτα της
Πελοποννήσου, αλλά και έχουν την αρχηγίαν
του υπολοίπου αυτής και πολλών συμμάχων
εκτός αυτής. Εφόσον, εν τούτοις, η πόλις
της Σπάρτης ούτε ένα συνοικισμόν
απετέλεσε ποτέ, ούτε πολυτελείς ναούς
και οικοδομάς έκτισεν, αλλά κατοικείται
κατά κώμας, σύμφωνα με την παλαιάν
συνήθειαν της Ελλάδος, η δύναμίς της θα
εφαίνετο υποδεεστέρα της πραγματικής.
Ενώ,
εάν η πόλις των Αθηνών επάθαινεν ομοίαν
συμφοράν, η δύναμίς της, κρινομένη από
την απλήν εξωτερικήν εμφάνισιν, θα
εφαίνετο, νομίζω, διπλασία της πραγματικής.
Δεν είναι λοιπόν ορθόν να είμεθα
δύσπιστοι, ούτε ν' αποβλέπωμεν εις την
εξωτερικήν εμφάνισιν των πόλεων μάλλον
παρά εις την δύναμίν των, αλλά πρέπει
να θεωρούμεν ότι η κατά της Τροίας
εκστρατεία υπήρξε μεν μεγαλύτερα από
τας προηγουμένας, υπολείπεται όμως των
σημερινών, εάν πρέπη να πιστεύσωμεν και
εδώ τα ποιήματα του Ομήρου. Διότι,
μολονότι είναι φυσικόν να υποθέσωμεν
ότι ούτος ως ποιητής μεγαλοποιεί δια
της φαντασίας του την εκστρατείαν όμως
και πάλιν φαίνεται αυτή υποδεεστέρα.
Καθόσον, από τα χίλια διακόσια πλοία,
που έλαβαν μέρος εις την εκστρατείαν,
περιγράφει τα μεν των Βοιωτών ως έχοντα
εκατόν είκοσι άνδρας έκαστον, τα δε του
Φιλοκτήτου πενήντα, μνημονεύων ούτως,
ως πιστεύω, τα μεγαλύτερα και τα μικρότερα
πλοία. Εν πάση περιπτώσει, δεν μνημονεύει
άλλου μεγέθους πλοία εις τον κατάλογόν
του. Ότι, εξ άλλου, όλοι οι άνδρες του
πληρώματος ήσαν κωπηλάται συγχρόνως
και μάχιμοι, αναφέρει εν σχέσει προς τα
πλοία του Φιλοκτήτου, όταν παριστάνη
όλους τους κωπηλάτας ως τοξότας. Επιβάται,
εξ άλλου, εκτός των βασιλέων και των
κυριωτάτων εκ των εν τέλει, δεν είναι
πιθανόν να επέβαιναν εις τα πλοία πολλοί,
λόγω ιδίως ότι έμελλαν να διαπλεύσουν
το πέλαγος μετά του πολεμικού υλικού
εντός πλοίων τα οποία δεν είχαν καν
κατάστρωμα, αλλά ήσαν κατεσκευασμένα
κατά τον παλαιόν τρόπον, προσομοιάζοντα
μάλλον προς τα πειρατικά. Εάν λοιπόν
λάβωμεν τον μέσον όρον μεταξύ των
μεγαλυτέρων και μικροτέρων πλοίων, οι
εκστρατεύοντες δεν φαίνεται να ήσαν
πολλοί, λαμβανομένου υπ' όψιν ότι ούτοι
προήρχοντο από όλα συγχρόνως τα μέρη
της Ελλάδος.
11.
Αιτία
τούτου ήτο όχι τόσον η ολιγανθρωπία
όσον η αχρηματία. Διότι, ένεκα ελλείψεως
επαρκών τροφίμων, εξεστράτευσαν με
περιωρισμένην δύναμιν στρατού και τόσην
μόνον, όσην ήλπιζαν ότι ημπορούσε να
διατρέφεται από την χώραν,
διαρκούντος του πολέμου. Αφού, άλλωστε,
μετά την άφιξίν των ενίκησαν εις την
πρώτην μάχην (ότι δε ενίκησαν αποδεικνύεται
εκ του ότι εν εναντία περιπτώσει δεν θα
ηδύναντο να περιχαρακώσουν το στρατόπεδόν
των), ούτε τότε φαίνεται να μετεχειρίσθησαν
ολόκληρον την δύναμίν των, αλλ' ένεκα
ανεπαρκείας τροφίμων επεδόθησαν εις
καλλιέργειαν της Χερσονήσου και εις
την διαρπαγήν. Και συνέπεια της διασποράς
αυτής των δυνάμεων των ήτο, ότι οι Τρώες
ημπόρεσαν ευκολώτερον να παρατείνουν
την κατ' αυτών αντίστασίν των επί του
ανοικτού πεδίου, επί δέκα όλα έτη, ως
γνωστόν, καθόσον ήσαν ισόπαλοι προς
τους εκάστοτε υπολειπόμενους επί τόπου.
Ενώ εάν ήρχοντο φέροντες άφθονα τρόφιμα
και, αντί να επιδίδωνται εις την γεωργίαν
και την διαρπαγήν, διεξήγαν τον πόλεμον
άνευ διακοπής, θα κατώρθωναν διά της
υπεροχής των εις τας εκ παρατάξεως μάχας
να κυριεύσουν την Τροίαν, αφού και
διεσπαρμένοι όπως ήσαν, και με μέρος
μόνον του στρατού των εκάστοτε διαθέσιμον,
αντείχαν. Εάν, εξ άλλου, επολιορκούσαν
κανονικώς την Τροίαν, στρατοπεδεύοντες
προ αυτής, θα την εκυρίευαν ταχύτερον
και ακοπώτερον. Αλλ' ένεκα αχρηματίας
και τα προ των Τρωικών υπήρξαν ασήμαντα
και αυτή, εξ άλλου, η κατά της Τροίας
εκστρατεία, μολονότι υπήρξεν ονομαστοτέρα
από τας προηγουμένας, αποδεικνύεται εκ
των πραγμάτων ότι ήτο υποδεεστέρα της
φήμης της και της παραδόσεως, η οποία
επικρατεί περί αυτής σήμερον χάρις εις
τους ποιητάς.
12. Αι
μετά τα Τρωικά μεταναστεύσεις
Καθόσον
και μετά τα Τρωικά ακόμη αι μεταναστεύσεις
και νέαι εγκαταστάσεις εξηκολούθησαν
εις την Ελλάδα, εις τρόπον ώστε δι'
έλλειψιν ησυχίας, δεν ημπόρεσεν αύτη
να αναπτυχθή. Τωόντι, η μεγάλη βραδύτης
της επιστροφής των Ελλήνων από την
Τροίαν είχε προκαλέσει πολλάς πολιτικάς
μεταβολάς, καθ' όσον συχναί στάσεις
εγίνοντο εις τας πόλεις και όσοι συνεπεία
αυτών εξωρίζοντο ίδρυαν νέας τοιαύτας.
Και οι σημερινοί Βοιωτοί, εκδιωχθέντες
το εξηκοστόν έτος μετά την άλωσιν της
Τροίας υπό των Θεσσαλών από την Άρνην,
εγκατεστάθησαν εις την χώραν, η οποία
σήμερον καλείται Βοιωτία, ενώ πρότερον
εκαλείτο Καδμηΐς (μέρος, άλλωστε, αυτών
ήτο ήδη εγκατεστημένον από πριν εκεί,
και από αυτούς προήρχοντο οι Βοιωτοί
που έλαβαν μέρος εις την εκστρατείαν
κατά της Τροίας).
Και
οι Δωριείς με τους Ηρακλείδας κατέλαβαν
την Πελοπόννησον το ογδοηκοστόν έτος.
Ως εκ τούτου, μόλις μετά παρέλευσιν
πολλού καιρού ησύχασεν οριστικώς η
Ελλάς και ο πληθυσμός της έπαυσεν
υποκείμενος εις βιαίας μετακινήσεις,
οπότε και ήρχισε ν' αποστέλλη αποικίας.
Και οι μεν Αθηναίοι απώκισαν τας Ιωνικάς πόλεις της Μικράς Ασίας και τας περισσοτέρας νήσους του Αιγαίου πελάγους, οι δε Πελοποννήσιοι το πλείστον της Ιταλίας και Σικελίας και μερικά άλλα μέρη της λοιπής Ελλάδος. Όλαι αυταί άλλωστε αι αποικίαι ιδρύθησαν μετά τα Τρωικά.
Και οι μεν Αθηναίοι απώκισαν τας Ιωνικάς πόλεις της Μικράς Ασίας και τας περισσοτέρας νήσους του Αιγαίου πελάγους, οι δε Πελοποννήσιοι το πλείστον της Ιταλίας και Σικελίας και μερικά άλλα μέρη της λοιπής Ελλάδος. Όλαι αυταί άλλωστε αι αποικίαι ιδρύθησαν μετά τα Τρωικά.
13. Αι
ισχυρότεραι ναυτικαί δυνάμεις
Αλλ'
εφόσον η Ελλάς εγίνετο ισχυρότερα, και
η αύξησις του πλούτου ταχύτερα παρά
πριν, εις τας πόλεις, των οποίων αι
πρόσοδοι ηύξαναν, εγκαθιδρύοντο ως επί
το πλείστον τυραννίδες, ενώ πρότερον
ήσαν κληρονομικαί βασιλείαι με
περιωρισμένα προνόμια. Και ναυτικά
εξήρτυαν οι Έλληνες και εις την θάλασσαν
επεδίδοντο περισσότερον. Λέγεται,
άλλωστε, ότι οι Κορίνθιοι πρώτοι
απεδέχθησαν σχεδόν εξ ολοκλήρου τον
σημερινόν τρόπον της κατασκευής των
πλοίων και της διοικήσεως του ναυτικού
και ότι αι πρώται ελληνικαί τριήρεις
εναυπηγήθησαν εις την Κόρινθον. Και
φαίνεται ότι ο Αμεινοκλής, Κορίνθιος
ναυπηγός, κατεσκεύασε τέσσαρα πολεμικά
πλοία διά την Σάμον, όπου μετέβη τριακόσια
περίπου έτη προ του τέλους του παρόντος
πολέμου. Και η παλαιοτάτη γνωστή ναυμαχία
έγινε μεταξύ Κορινθίων και Κερκυραίων
διακόσια εξήντα έτη προ της ιδίας
χρονολογίας. Διότι η Κόρινθος, κειμένη
επί του Ισθμού, ήτο εκ παλαιότατων ήδη
χρόνων κέντρον εμπορίου, και καθόσον
οι Έλληνες το πάλαι, και οι εντός της
Πελοποννήσου και οι εκτός αυτής,
επικοινωνούντες προς αλλήλους διά ξηράς
μάλλον ή διά θαλάσσης, διήρχοντο διά
του εδάφους των Κορινθίων, ο πλούτος
της ήτο ανέκαθεν πηγή δυνάμεως, ως
αποδεικνύεται από τους παλαιούς ποιητάς,
οι οποίοι την πόλιν επωνόμασαν "αφνειόν",
ήτοι πλουσίαν. Και όταν η ναυσιπλοΐα
έγινε συχνοτέρα μεταξύ των Ελλήνων, οι
Κορίνθιοι απέκτησαν τον πολεμικόν
στόλον των και κατεδίωκαν την πειρατείαν,
παρέχοντες δε κέντρον εμπορίου κατά
γην και κατά θάλασσαν, προήγαγαν την
πόλιν διά των αυξηθέντων εισοδημάτων
της εις μεγάλην δύναμιν.
Και οι Ίωνες επίσης απέκτησαν βραδύτερον σημαντικόν στόλον επί Κύρου, του πρώτου βασιλέως των Περσών, και του υιού του Καμβύσου, και πολεμούντες κατά του Κύρου εκυριάρχησαν επί τίνα χρόνον της θαλάσσης, η οποία εκτείνεται πλησίον των ακτών των. Και ο Πολυκράτης, τύραννος της Σάμου επί της εποχής του Καμβύσου, έχων ισχυρόν στόλον, υπέταξε και άλλας από τας νήσους και κυριεύσας την Ρήνειαν την αφιέρωσεν εις τον Δήλιον Απόλλωνα. Ενώ, εξ άλλου, οι Φωκαείς, καθ' ον χρόνον απώκιζαν την Μασσαλίαν, ναυμαχήσαντες προς τους Καρχηδονίους, τους ενίκησαν.
Και οι Ίωνες επίσης απέκτησαν βραδύτερον σημαντικόν στόλον επί Κύρου, του πρώτου βασιλέως των Περσών, και του υιού του Καμβύσου, και πολεμούντες κατά του Κύρου εκυριάρχησαν επί τίνα χρόνον της θαλάσσης, η οποία εκτείνεται πλησίον των ακτών των. Και ο Πολυκράτης, τύραννος της Σάμου επί της εποχής του Καμβύσου, έχων ισχυρόν στόλον, υπέταξε και άλλας από τας νήσους και κυριεύσας την Ρήνειαν την αφιέρωσεν εις τον Δήλιον Απόλλωνα. Ενώ, εξ άλλου, οι Φωκαείς, καθ' ον χρόνον απώκιζαν την Μασσαλίαν, ναυμαχήσαντες προς τους Καρχηδονίους, τους ενίκησαν.
14.
Αυτά τωόντι υπήρξαν τα ισχυρότατα
ναυτικά της Ελλάδος. Αλλά μολονότι
συνεκροτήθησαν κατόπιν από πολλάς
γενεάς των Τρωικών, βέβαιον είναι ότι
και αυτά ακόμη απετελούντο από
πεντηκοντόρους και μακρά πλοία, όπως
και τα της εποχής του Τρωικού πολέμου,
ολίγας δε μόνον τριήρεις περιελάμβαναν.
Ολίγον μόνον προ των Περσικών πολέμων
και του θανάτου του Δαρείου, ο οποίος
διεδέχθη τον Καμβύσην, οι τύραννοι της
Σικελίας και οι Κερκυραίοι απέκτησαν
τριήρεις εις σημαντικόν αριθμόν. Και
αυτά είναι τα τελευταία προ της εκστρατείας
του Ξέρξου αξιόλογα ναυτικά, τα οποία
συνεκροτήθησαν εις την Ελλάδα.
Διότι
οι Αιγινήται και οι Αθηναίοι και κάθε
τυχόν άλλη ναυτική δύναμις είχαν
ασημάντους στόλους, και τούτους κατά
το πλείστον αποτελούμενους από
πεντηκοντόρους. Και μόνον βραδύτερον
έπεισεν ο Θεμιστοκλής τους Αθηναίους,
ενώ ευρίσκοντο ήδη εις πόλεμον προς
τους Αιγινήτας και ανεμένετο ο βάρβαρος,
να κατασκευάσουν τα πολεμικά πλοία, με
τα οποία και εναυμάχησαν εις την Σαλαμίνα.
Και
τα πλοία άλλωστε αυτά δεν είχαν ακόμη
κατάστρωμα καθ' όλον το μήκος των.
15.
Τοιαύτα λοιπόν υπήρξαν τα ναυτικά των
Ελλήνων και τα παλαιά και τα νεώτερα.
Οπωσδήποτε, όσοι έστρεψαν την προσοχήν
και δραστηριότητα των εις αυτά, απέκτησαν
σημαντικήν δύναμιν, όχι μόνον διά της
αυξήσεως των εισοδημάτων των, αλλά και
διά της επεκτάσεως της κυριαρχίας των
επί άλλων. Διότι, πλέοντες κατά των
νήσων, όσαι ιδίως δεν είχαν χώραν επαρκή,
ήρχισαν να τας καθυποτάσσουν. Κατά
ξηράν, όμως, κανείς πόλεμος δεν έγινε,
τοιούτος, τουλάχιστον, από τον οποίον
να προέλθη σημαντική αύξησις δυνάμεως,
αλλ' όλοι όσοι τυχόν έγιναν, ήσαν πόλεμοι
μεταξύ ομόρων, ενώ εκστρατείαι εις ξένας
και μακρυνάς χώρας χάριν κατακτήσεως
άλλων δεν επεχείρουν οι Έλληνες. Διότι
ούτε με τα ισχυρότερα κράτη ετάσσοντο
ως υπήκοοι, ούτε, εξ άλλου, ηνώνοντο
εθελουσίως ως ίσοι προς κοινήν εκστρατείαν,
αλλ' οι πόλεμοί των ήσαν μάλλον πόλεμοι
μεμονωμένως διεξαγόμενοι από ένα γείτονα
εναντίον του άλλου. Πόλεμος, εις τον
οποίον οι λοιποί Έλληνες διαιρεθέντες
ετάχθησαν ως σύμμαχοι του ενός η του
άλλου, υπήρξε κυρίως ο πόλεμος που έγινε
πάλαι ποτέ μεταξύ Χαλκιδέων και Ερετριέων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου