Αντιγράψαμε αυτό το απόσπασμα του κείμενου του Οκτάβ Μερλιέ,
αντικαθιστώντας απλά τους όρους σχετικούς με την ποίηση,
με όρους σχετικούς με την ζωγραφική.
Αυτό θα βοηθήσει ορισμένους να καταλάβουν τι σημαίνει “κριτική τέχνης”.
“Η Γλώσσα, Εργαλείο της Θείας Χάρης
Το δράμα αρχίζει με το Λόγο, με τη Γλώσσα. Γιατί, αν την δούμε μέσα στο χρόνο, η γλώσσα είναι τόσο όμοια και τόσο ανόμοια, όσο και τα νερά ενός ποταμού, που μέσα τους δεν μπορεί κανείς να λουστεί δυο φορές. Και όπως τα νερά ενός ποταμού δεν μπορούν να ξαναγυρίσουν στην κοίτη τους, έτσι δεν μπορεί, τουλάχιστον χωρίς κίνδυνο για το πνεύμα, να σταματήσει κανείς τη γλώσσα και να την ξαναγυρίσει στην αρχική της κοίτη, έστω και αν ακόμη μπορέσει να αναπλεύσει με τη σκέψη του το ρεύμα, το ήρεμο ή θορυβώδες, μιας πολυχιλιόχρονης γλώσσας.
Έτσι η παιδεία του σημερινού έλληνα ποιητή οφείλει να κατέχει τη χιλιόχρονη γλώσσα του, να την ακολουθεί στην κίνησή της και το πνεύμα της και να υποτάσσεται στις μορφές και τους κανόνες της σημερινής της χρήσης. Τα υποδειγματικά μεγάλα κείμενα βρίσκονται μπροστά στον ποιητή, γραμμένα από μεγαλοφυΐες ανώνυμες –τέτοια είναι τα δημοτικά τραγούδια της Ελλάδας- , ή από μεγαλοφυΐες σχεδόν ανώνυμες τόσο είναι άγνωστες-, όπως ενός Μακρυγιάννη. Ο ποιητής έχει καθήκον, όπως έκανε ο Σολωμός, να μάθει να τα διαβάζει· εκεί θα βρει, τότε, όλη την αξιοθαύμαστη βοήθεια από την οποία μπορεί να έχει ανάγκη για να μάθει να γράφει.
«... κάθε λέξη τους, λέει ο Σεφέρης, σκεπάζει με ακρίβεια έναν ορισμένο συναισθηματικό χώρο, όπως τα ακίνητα φύλλα του δέντρου που έχουμε μπροστά μας αφού έσβησε ο ήλιος, σκεπάζουν ένα μικρότερο ή μεγαλύτερο κομμάτι του ουρανού και τίποτε άλλο! Ξέρουμε ακόμη ότι η συνάρθρωση αυτών των λέξεων είναι η ατόφια ελληνική φωνή».
Όπως ο Σόλωμος –που αντέγραφε δημοτικά τραγούδια απ’ όλες τις περιοχές της Ελλάδας –για να μάθει αυτή την πλούσια και τέλεια γλώσσα- την ατόφια ελληνική φωνή- έτσι και ο Σεφέρης χρωστάει, χωρίς άλλο, στην ακούραστη μελέτη της ελληνικής δημοτικής, την ακρίβεια, τη λιτότητα, την υποδειγματική απλότητα της γλώσσας του –τόσο στα πεζά του κείμενα όσο και στην ποίησή του.”
Και εδώ η διασκευή του παραπάνω κειμένου
Το χρώμα, Εργαλείο της Θείας Χάρης
Το δράμα αρχίζει με το Χρώμα με το Σχέδιο . Γιατί, αν την δούμε μέσα στο χρόνο, η Ζωγραφική είναι τόσο όμοια και τόσο ανόμοια, όσο και τα νερά ενός ποταμού, που μέσα τους δεν μπορεί κανείς να λουστεί δυο φορές. Και όπως τα νερά ενός ποταμού δεν μπορούν να ξαναγυρίσουν στην κοίτη τους, έτσι δεν μπορεί, τουλάχιστον χωρίς κίνδυνο για το πνεύμα, να σταματήσει κανείς την Ζωγραφική και να την ξαναγυρίσει στην αρχική της κοίτη, έστω και αν ακόμη μπορέσει να αναπλεύσει με τη σκέψη του το ρεύμα, το ήρεμο ή θορυβώδες, μιας πολυχιλιόχρονης τέχνης.
Έτσι η παιδεία του σημερινού έλληνα ζωγράφου οφείλει να κατέχει τη χιλιόχρονη τέχνη του, να την ακολουθεί στην κίνησή της και το πνεύμα της και να υποτάσσεται στις μορφές και τους κανόνες της σημερινής της χρήσης. Τα υποδειγματικά μεγάλα έργα βρίσκονται μπροστά στον ζωγράφο, φιλοτεχνημένα από μεγαλοφυΐες ανώνυμες –τέτοιες είναι οι λαϊκές ζωγραφιές της Ελλάδας- , ή από μεγαλοφυΐες σχεδόν ανώνυμες τόσο είναι άγνωστες-, όπως ενός Παναγιώτη Ζωγράφου. Ο ζωγράφος έχει καθήκον, όπως έκανε ο Κόντογλου, να μάθει να τα βλέπει· εκεί θα βρει, τότε, όλη την αξιοθαύμαστη βοήθεια από την οποία μπορεί να έχει ανάγκη για να μάθει να ζωγραφίζει.
«... κάθε πινελιά τους, λέει ο Σκουρτέλης, σκεπάζει με ακρίβεια έναν ορισμένο συναισθηματικό χώρο, όπως τα ακίνητα φύλλα του δέντρου που έχουμε μπροστά μας αφού έσβησε ο ήλιος, σκεπάζουν ένα μικρότερο ή μεγαλύτερο κομμάτι του ουρανού και τίποτε άλλο! Ξέρουμε ακόμη ότι η συνάρθρωση αυτών των χρωμάτων είναι η ατόφια ελληνική φωνή».
Όπως ο Κόντογλου –που αντέγραφε λαϊκές ζωγραφιές απ’ όλες τις περιοχές της Ελλάδας –για να μάθει αυτή την πλούσια και τέλεια γλώσσα- την ατόφια ελληνική φωνή- έτσι και ο Σκουρτέλης χρωστάει, χωρίς άλλο, στην ακούραστη μελέτη της ελληνικής ζωγραφικής, την ακρίβεια, τη λιτότητα, την υποδειγματική απλότητα της τέχνης του –τόσο στα φορητά του έργα όσο και στις τοιχογραφίες του.
Εδώ πήρα ένα κείμενο για την λογοτεχνία και αλλάζοντας ελάχιστες λέξεις, το έκανα κείμενο για την ζωγραφική
ΑπάντησηΔιαγραφή